|
Με τον
τρόπο αυτό η σωρευτική
πτώση σε διάστημα ενός
έτους θα φτάσει τις 200
μονάδες βάσης έναντι των
υψηλών του κατά τη φάση
αυστηροποίησης της
νομισματικής πολιτικής.
Πρόκειται για μία
εξέλιξη που μόνο
αδιάφορη δεν είναι για
όσους χρωστούν στις
τράπεζες στην Ελλάδα.
Ο λόγος
γίνεται για νοικοκυριά
και επιχειρήσεις που
έχουν επιλέξει πρόγραμμα
κυμαινόμενου επιτοκίου,
συνδεδεμένου με τους
διατραπεζικούς δείκτες
euribor.
Η
επόμενη ημέρα
Από τον
Ιούλιο θα δουν νέα προς
τα κάτω αναπροσαρμογή
των δόσεων που πληρώνουν
στους πιστωτές, λόγω της
υποχώρησης των τόκων, σε
συνέχεια των αντίστοιχων
ελαφρύνσεων των
προηγούμενων μηνών.
Όπως
λένε τραπεζικές πηγές,
«δύσκολα θα επιστρέψουμε
στην εποχή των αρνητικών
επιτοκίων που ίσχυαν στη
ζώνη του ευρώ μέχρι και
το καλοκαίρι του 2022.
Ωστόσο, η ελάφρυνση για
τους πελάτες μας είναι
σημαντική».
Υπενθυμίζεται πως το
μέσο σταθμισμένο
επιτόκιο στο σύνολο των
δανείων στην Ελλάδα
κατέγραψε στις αρχές της
τρέχουσας δεκαετίας
ιστορικό χαμηλό στη ζώνη
του 3,50%.
Στη
συνέχεια, λόγω των
διαδοχικών αυξήσεων
στους δείκτες της ΕΚΤ
βρέθηκε για 15 μήνες
πάνω από το 6%,
σημειώνοντας υψηλό στο
6,40%.
Το
Μάρτιο του 2025 είχε
υποχωρήσει στο 5,13%,
χαμηλότερα κατά 130
μονάδες βάσης περίπου.
Έκτοτε
όμως η ΕΚΤ έχει μειώσει
τα επιτόκιά της κατά 25
μονάδες βάσης στη
συνεδρίαση του Απριλίου
και έπεται η νέα
αντίστοιχη κίνηση την
ερχόμενη εβδομάδα.
Με αυτά
τα δεδομένα, σύντομα το
μέσο κόστος
χρηματοδότησης της
πραγματικής οικονομίας
θα υποχωρήσει κάτω από
το 5%, κινούμενο προς
την περιοχή του 4,50%.
Οι πιο
κερδισμένοι
Σε αυτό
το περιβάλλον, πιο
κερδισμένες είναι δύο
κατηγορίες δανειοληπτών.
Όσοι έχουν λάβει
στεγαστικό δάνειο και οι
επιχειρήσεις κάθε
νομικής μορφής.
Συγκεκριμένα:
– Παρά
το γεγονός ότι την
τελευταίο διετία η
πλειονότητα των νέων
χορηγήσεων στη
στεγαστική πίστη γίνεται
με σταθερό επιτόκιο, το
μεγαλύτερο μέρος του
παλαιού στοκ
επιβαρύνεται με
κυμαινόμενο επιτόκιο.
Οι
δανειολήπτες αυτοί
απολάμβαναν μέχρι και
τις αρχές της εφετινής
χρονιάς προστασία, μέσω
της δράσης των τραπεζών
που προέβλεπε επιβολή
πλαφόν στους
συνδεδεμένους δείκτες
euribor.
Πλέον
όμως τα ανώτατα όρια που
είχαν τεθεί έχουν
ξεπεραστεί. Έτσι, για
πρώτη φορά μετά από μία
διετία περίπου σταθερών
δόσεων, οι συγκεκριμένοι
οφειλέτες βλέπουν τις
μηνιαίες καταβολές τους
να μειώνονται.
Τα
στοιχεία της Τράπεζας
της Ελλάδος είναι
ενδεικτικά. Το μέσο
σταθμισμένο επιτόκιο στα
υφιστάμενα στεγαστικά
δάνεια κλείδωσε από τον
Απρίλιο του 2023 και για
περίπου 15 μήνες στο
υψηλό του 4,40%.
Τον
περασμένο Μάρτιο
υποχώρησε οριακά κάτω
από το 4% για πρώτη φορά
από το Δεκέμβριο του
2022.
Οι
τράπεζες εκτιμούν ότι
μέχρι το φθινόπωρο θα
έχει πέσει στα επίπεδα
του 3,50%.
– Στα
επαγγελματικά και
επιχειρηματικά δάνεια
στα οποία είδαμε τις
μεγαλύτερες επιβαρύνσεις
την προηγούμενη διετία,
το κόστος του χρήματος
υποχωρεί με υψηλότερη
ταχύτητα, μιας και η
πλειονότητά τους είναι
συνδεδεμένη με τους
δείκτες euribor.
Συγκεκριμένα, στις
χορηγήσεις των ελεύθερων
επαγγελματιών το μέσο
κόστος από το 4,80%
μέχρι και το καλοκαίρι
του 2022, σκαρφάλωσε στα
τέλη του 2023 στο 7,38%.
Έκτοτε
έχει εισέλθει σε πτωτική
τροχιά. Τον περασμένο
Μάρτιο βρέθηκε στο
6,18%, χαμηλότερα κατά
120 μονάδες βάσης και
τους επόμενους μήνες
εκτιμάται ότι θα κινηθεί
προς το 5,5%.
Αντίστοιχα, στα δάνεια
των μη χρηματοπιστωτικών
επιχειρήσεων το μέσο
ετήσιο κόστος βρέθηκε
κοντά στο 6,50% στο
τελευταίο τρίμηνο του
2023.
Το
Μάρτιο του 2025
διαμορφώθηκε σε 4,76%,
χαμηλότερα κατά περίπου
170 μονάδες βάσης από το
υψηλό του. Πέρασε δηλαδή
στις δόσεις των
δανειοληπτών το σύνολο
της προσαρμογής των
παρεμβατικών δεικτών της
ΕΚΤ.
Άρα, θα
πρέπει να αναμένουμε τη
διαμόρφωσή του κοντά στο
4% μέσα στο 2025.
Πηγή:
Οικονομικός Ταχυδρόμος
|